ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ «Η ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ» Πρόταση ὀνοματοδοσίας: «ΟΔΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ»

Επιστολή προς τον Δήμαρχο Καλαβρύτων κ. Γιώργο Λαζουρά απέστειλε ο Πρόεδρος του Συλλόγου Καλαβρυτινών Πειραιά κ Ἀθανάσιος Χρονόπουλος  με την οποία προτείνει ονοματοδοσία δρόμου σε «οδό Χριστόφορου Παπουλάκου»

Ἀθανάσιος Χρονόπουλος

Ἐπίτιμος Γενικός Δ/ντής  Ὑπουργείου Ἀνάπτυξης &

Πρόεδρος Συλλόγου Καλαβρυτινῶν Πειραιῶς «Η ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ»

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ «Η ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ»

7η Ιουλίου 2018

Θέμα: Πρόταση ὀνοματοδοσίας: «ΟΔΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ»

Πρός τόν ἀξιότιμο Δήμαρχο Καλαβρύτων κ. Γ. Λαζουρά,

κ. κ. Δήμαρχε καί λοιπά μέλη τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου,

Χαίρετε!

Ἀφορμή γιά τήν ἐπικοινωνία αὐτή ἀποτελεῖ ἡ πρόταση ὀνοματοδοσίας σέ κάποια ἀπό τίς ὁδούς τῶν ὁρίων τοῦ Δήμου μας πρός τιμήν ἑνός μεγάλου Ἕλληνα, πού ἔζησε στά μέσα του 19ου αἰώνα, τοῦ συντοπίτη μας ὁσιωτάτου  Χριστοφόρου Παναγιωτοπούλου, τοῦ ἐπονομαζομένου καί Παπουλάκου.

Ἡ μεγάλη αὐτή προσωπικότητα, πού ὄχι μόνο σπανίζει στίς μέρες μας, ἀλλά καί τόσο ἐπίκαιρη εἶναι, ὅσο ποτέ, ἔζησε σέ δίσεκτα καί χαλεπά χρόνια γιά τήν πατρίδα μας, πού μόλις τότε εἶχε λυτρωθεῖ ἀπό τήν ὀθωμανική κυριαρχία. Τότε ἀκριβώς ὁ ὅσιος μοναχός Χριστοφόρος Παπουλάκος ἀναδείχθηκε ὑπέρμαχος τοῦ Ἑλληνισμού καί τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τῶν μεγάλων δυνάμεων τῆς Εὐρώπης, καί κυρίως τῶν βαυαρῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν βάλει στό στόχαστρό τους τήν πολιτιστική μας ἰδιαιτερότητα καί τήν Ὀρθόδοξη παράδοσή μας, τῶν ὁποίων τήν ἀλλοίωση ὕπουλα καί κακόβουλα ἐπιδίωκαν.

Ἐπί ἑνάμιση αἰώνα ο Παπουλάκος ἔμενε μέσα στήν τεχνητή ὁμίχλη, πού δημιούργησε ἡ ἀντινομία τῆς ἐποχῆς του. Τώρα όμως ξεκαθαρίζει σε ὅλη της τή λαμπρότητα ἡ μορφή τοῦ παρεξηγημένου αὐτοῦ ἀγωνιστῆ. Γιατί ἄν καί πέρασαν 148 χρόνια ἀπό τήν ἐκδημία του, ἐν τούτοις τό πέρασμα και τά θαύματά του, οἱ διδαχές καί οἱ προφητεῖες του, εἶναι ἀκόμα ἀνεξίτηλα χαραγμένα στή μνήμη πολλῶν ἀνθρώπων. Ἔδρασε σέ πολλά μέρη τῆς χώρας μας καί ἰδιαιτέρως στό Μοριά, στήν Ἀττική καί στά γύρω νησιά. Ὁ λαός τόν ὀνόμασε Παπουλάκο, λόγω τοῦ ἀναστήματός του, ἀλλά κυρίως λόγω τῶν ἀγαθοεργιῶν του στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια.

Ἀρκετοί εἶναι αὐτοί, πού ἔχουν γράψει γιά τή μεγάλη αὐτή μορφή ἐνώ τό κλασικό ἔργο τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ «Ὁ Παπουλάκος» ἔχει διαβαστεῖ ἀπό πολλούς Ἕλληνες ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, πού ἐνθουσιάζονται ἀπό τή δράση του καί θεωρούν τόν Γέροντα ὡς πρότυπο προσφορᾶς στήν Ἑλλάδα καί στήν Ὀρθοδοξία. Οἱ συγγραφείς ἀναφέρονται στήν καταλυτική ἐπίδραση τοῦ ἔργου τοῦ Παπουλάκου στήν Πελοπόννησο, ἰδίως μετά τό φλογερό καί διαπρύσιο κήρυγμά του. Κατά ἀνερμήνευτο τρόπο οἱ κάτοικοι συμμορφώνονταν μέ τίς ἠθικές ἐπιταγές του καί ἄρχισαν νά γίνονται δίκαιοι. Οἱ κλοπές καί οἱ ληστεῖες μειώθηκαν σημαντικά καί περιορίστηκαν ἡ ἀδικία πρός τούς ἀσθενέστερους, ἡ ζωοκλοπή, ἡ μαγεία, ἡ δενδροκοπία καί ἄλλα ἠθικά καί κοινωνικά παραπτώματα. Εὐστοχότατα ὁ Τύπος τῆς ἐποχῆς ἔγραφε πώς, ὅ,τι δέν κατάφεραν οἱ νόμοι, τό κατόρθωσε μέ τό κήρυγμά του ὁ Χριστοφόρος.

Οἱ βιογράφοι του σημειώνουν ὅτι ὁ Παπουλάκος γεννήθηκε περί τό 1770 στο Άρμπουνα του δήμου Καλαβρύτων τής Ἀχαΐα, σέ ἕνα μικρό χωριό, πού βρίσκεται στά πρόβουνα τοῦ Ἀορανίου ὂρους ἤ Χελμοῦ, στόν Ἀρμπουνα. Εἶχε ὅμως τήν τύχη νά ζήσει στήν πιό ἔντονη περίοδο τοῦ Ἔθνους μας. Συμμετεῖχε στή μεγάλη προετοιμασία καί στόν ἀγώνα γιά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τήν μακρόχρονη ὀθωμανική κυριαρχία. Ἔτσι ζυμώθηκε μέ τά ἐθνικά νάματα καί τήν πνευματικότητα, πού ἀπορρέουν ἀπό τή μακραίωνη παράδοσή μας.

Σέ ἡλικία περίπου 70 ἐτῶν, μετά ἀπό ἕνα οὐράνιο σημεῖο, πού ἀποκαλύπτεται στό σπίτι του, ἀφήνει τό οἰκογενειακό του ἐπάγγελμα, ἐκεῖνο τοῦ κρεοπώλη,  καί γίνεται μοναχός. Μέ αὐτή ἀκριβώς τήν ἰδιότητά του ἔγινε πολέμιος τῆς Βαυαροκρατίας καί καταδιώχθηκε ἀπηνῶς.

Μαζί μέ λογίους της ἐποχῆς του, ὅπως τόν ἀπό Κεφαλληνίας Κοσμᾶ Φλαμιᾶτο, τόν ἱερομόναχο Ἰγνάτιο Λαμπρόπουλο, τόν Κωνσταντῖνο ἐξ Οἰκονόμων, τόν ὅσιο Διονύσιο τῆς Σκιάθου, ἀλλά καί μέ ἄλλους πνευματικούς ἀνθρώπους, ἀπό ὅλα τά κοινωνικά καί μορφωτικά στρώματα, ἀντιστάθηκε στήν ἐπικράτηση τῆς ξενόφερτης κουλτούρας στό νεοσύστατο Ἑλληνικό κράτος.

Μετά ἀπό πολλούς διωγμούς καί ταλαιπωρία συλλαμβάνεται κατόπιν προδοσίας στή Μάνη. Κρατεῖται στίς φυλακές τοῦ Ρίου καί μετά ἀπό ἕνα χρόνο ὁδηγεῖται στήν Ἀθήνα, γιά νά δικαστεῖ. Ὅμως ἀθωώνεται, μή ὑπάρχουσας βάσιμης κατηγορίας. Ἡ Ἱερά Σύνοδος, κατόπιν πιέσεων καί αὐστηρῶν ὑποδείξεων τῆς πολιτείας, τόν περιορίζει σέ Μονές τῆς Θήρας καί τῆς Ἄνδρου. Ἀλλά ὁ λαός δέν τόν λησμονεῖ. Ἀπ᾽ ὅλα τά Βαλκάνια ἔρχονται προσκυνητές στά σιδερόφρακτα κελλιά, γιά νά τόν συναντήσουν. Πέθανε στήν Ἄνδρο στίς 18 Ἰανουαρίου 1861. Λίγο νωρίτερα ὁ φρουρός του ζήτησε συγγνώμη ἀπό τό Γέροντα καί τήν εὐλογία του, γιά νά καρεῖ μοναχός. Εἶχε τήν πεποίθηση πώς κάτω ἀπό τήν κατάλευκη γενειάδα του, ἐκπορεύνταν φῶς καί ἀλήθεια.

Ὁ Παπουλάκος ἔφυγε ἀγνοημένος ἀπό τούς ἰσχυρούς τῆς ἐποχῆς του, πού προσπάθησαν καί μετά τό θάνατό του νά ἀλλοιώσουν τή μνήμη του. Ἀλλά ὁ λαός τόν ἤθελε πάντα κοντά του. Ἀμέσως τιμᾶται ὡς ἅγιος. Ἀπό πατέρα σέ παιδί μεταφέρεται μέ εὐλάβεια ὁ σπόρος τοῦ φωτισμένου αὐτοῦ, ἀλλά καί θαρραλέου ἀγωνιστῆ–μοναχοῦ. Μέ σεβασμό δείχνουν ὅλοι τήν πορεία τῆς ζωῆς του, ἀρχίζοντας ἀπό τό σπίτι του στόν Ἄρμπουνα τής Κλειτορίας, μέχρι τόν τόπο τῆς τελευτῆς του, στήν Μονή Παναχράντου: «ἐδῶ γεννήθηκε ὁ  Παπουλάκος», ἤ «ἀπό ἑδῶ πέρασε», ἤ «σ᾽ αὐτή τήν πέτρα ἀνεβασμένος κήρυξε».

Μετά ἀπό πολλά χρόνια ἔρχεται ἡ ἀναγνώριση. Εἶναι κι αὐτό ἕνα χαρακτηριστικό τῆς φυλῆς μας, ἀλλά ἴσως καί τῆς δημοκρατικότητας. Ἐδῶ οἱ ἥρωες καί οἱ Ἅγιοι δέν ἀνακηρύσσονται τόσο μέ διατάγματα, οὔτε μέ δόγματα, ἀλλά ἀναδεικνύονται ἀπό τό λαό.

Ἔτσι ὁ Παπουλάκος, ὁ φτωχός μοναχός, περνᾶ ἤδη στή χορεία τῶν Ἁγίων της Ὀρθοδοξίας καί τῶν Μεγάλων προσωπικοτήτων τοῦ γένους μας, καί ὀρθά χαρακτηρίζεται ὡς ὁ πρῶτος ἐθνομάρτυρας καί θῦμα τοῦ ἐλεύθερου Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Ὁ Σύλλογος Καλαβρυτινῶν Πειραιῶς: «Η ΑΓΙΑ ΛΑΥΡΑ», στό πλαίσιο τῶν δραστηριοτήτων του, καί μέσα στήν πνευματική φτώχεια, πού χαρακτηρίζει τήν ἐποχή μας, σᾶς προτείνει τῆν ὀνοματοδοσία κάποιας ὁδοῦ, πού νά φέρει τό τίμιο ὄνομά του: «ΟΔΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ». Μάλιστα γιά λόγους ἱστορικούς θεωρεῖ ὅτι ὁ δρόμος πού ξεκινᾶ ἀπό τήν διασταύρωση τοῦ χωριού Γλάστρα καί συνεχίζει στίς Πηγές Ἀροανίου τοῦ Πλανυτέρου καί ὁδηγεῖ στήν γενέτειρα του, τόν Ἄρμπουνα καί τερματίζει στήν Μονή του, εἶναι ὁ καταλληλότερος δρόμος γιά νά δοθεῖ τό ὄνομά του. Ὡστόσο ὁ σημαντικότερος λόγος γιά τήν ὀνοματοδοσία αὐτή εἶναι τό ὅτι στήν μέση του δρόμου αὐτοῦ στέκει μισογκρεμισμένη ἡ οἰκία του. Σέ αὐτή ἔζησε τά 2/3 τῆς ζωή του καί σέ αὐτό τό χῶρο, σύμφωνα μέ τίς πηγές, χρίστηκε Προφήτης. Ἄλλωστε τό Ἰνστιτοῦτο μας ἀγωνίζεται νά διασώσει καί νά μετατρέψει αὐτό τό ἱστορικό χῶρο σέ κέντρο Προβολῆς τοῦ Παπουλάκου καί τῆς ἐποχῆς του.

Ὁ Σύλλογός μας ἀσχέτως καί ἀνεξαρτήτως ἀπό τήν ὅποια τύχη τῆς προτάσεώς του σᾶς εὐχαριστεῖ καί θά εἶναι πάντοτε  στή διάθεσή σας.

Γιά τό Δ.Σ. τοῦ Συλλόγου

ὁ Πρόεδρος

Ἀθανάσιος Π. Χρονόπουλος

Σχετικές δημοσιεύσεις